Επιστήμονες από τη Δανία κατόρθωσαν να βρουν για ποιον λόγο η «βιταμίνη του ήλιου» παίζει καθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξη νοσημάτων όπως ο καρκίνος και η σκλήρυνση κατά πλάκας. Σε μελέτες στο εργαστήριο ανακάλυψαν ότι χωρίς την βιταμίνη D παραμένουν ανενεργά τα κύτταρα-δολοφόνοι του ανοσοποιητικού συστήματος, με επακόλουθο να μην αντιδρούν ό,τι κι αν απειλήσει τον οργανισμό.
Το εύρημα αυτό εκτιμάται ότι θα συμβάλλει όχι μόνο στην καλύτερη αντιμετώπιση των λοιμωδών νοσημάτων, αλλά και στην επινόηση νέων εμβολίων εναντίον πολλών απειλητικών νοσημάτων.
Η μελέτη των ερευνητών του Πανεπιστημίου της Κοπεγχάγης δημοσιεύεται στην επιθεώρηση «Nature Immunology».
Όπως γράφουν οι ερευνητές, με επικεφαλής τον δρα Κάρστεν Γκάισλερ, από το Τμήμα Διεθνούς Υγείας, Ανοσολογίας & Μικροβιολογίας του πανεπιστημίου, ανακάλυψαν πως τα Τ-κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος βασίζονται στην βιταμίνη D για να ενεργοποιηθούν.
Σε περίπτωση που ο οργανισμός δεν διαθέτει επαρκείς ποσότητες από την βιταμίνη αυτή (και αυτό συμβαίνει στους μισούς κατοίκους του πλανήτη, ακόμα και στην χώρα του ήλιου, την Ελλάδα), τα Τ-κύτταρα παραμένουν σε λανθάνουσα κατάσταση και δεν αντιδρούν, όποια κι αν είναι η απειλή.
«Όταν ένα Τ-κύτταρο εκτεθεί σε έναν “εισβολέα”, όπως λ.χ. τα μικρόβια, ενεργοποιείται μία “κεραία” που διαθέτει και η οποία ουσιαστικά είναι ένας υποδοχέας βιταμίνης D», εξηγεί ο δρ Γκάισλερ. «Καθώς σηκώνεται η “κεραία” αυτή, αναζητά μόρια βιταμίνης D στον οργανισμό. Εάν τα βρει, το Τ-κύτταρο θα ενεργοποιηθεί. Εάν όχι, η “κεραία” ξαναμαζεύεται και το Τ-κύτταρο παραμένει αδρανές».
Οι επιστήμονες γνωρίζουν εδώ και χρόνια ότι η βιταμίνη D παίζει καθοριστικό ρόλο στην απορρόφηση ασβεστίου (άρα στην απόκτηση και διατήρηση γερών οστών και δοντιών), καθώς και ότι τα χαμηλά επίπεδά της σχετίζονται με την ανάπτυξη νοσημάτων όπως ο καρκίνος και η σκλήρυνση κατά πλάκας.
Ωστόσο, «δεν είχαμε συνειδητοποιήσει πόσο ζωτικός είναι ο ρόλος της στην λειτουργία του ίδιου του αμυντικού συστήματός μας, δηλαδή του ανοσοποιητικού», λέει ο δρ Γκάισλερ. «Αυτό τώρα το μάθαμε – και είναι πραγματικά πολύ σημαντικό».
Οι πηγές
Η περισσότερη βιταμίνη D παράγεται από τον οργανισμό ως φυσικό υποπροϊόν της έκθεσης του δέρματος στον ήλιο.
Σε επίπεδο διατροφής, καλές πηγές βιταμίνης D είναι τα ιχθυέλαια (με πρώτο το μουρουνέλαιο) και τα «παχιά» ψάρια (όπως το σκουμπρί, ο σολομός, η σαρδέλα και η ρέγγα). Υπάρχουν επίσης εμπλουτισμένα με βιταμίνη D τρόφιμα, καθώς και συμπληρώματα διατροφής (Forever Artic Sea, Forever Calcium, Ultra Lite, Bee Pollen, Royal Jelly).
Πηγή: ΤΑ ΝΕΑ, Ένθετο ΥΓΕΙΑ